- νυφιάτικα
- gelinlik (giysi)
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
νυφιάτικα τραγούδια — Δημοτικά τραγούδια, που επονομάζονται και τραγούδια του γάμου. Είναι συγγενικά με τα ερωτικά τραγούδια, με τη διαφορά ότι τα ν. δεν τα τραγουδούν οι ίδιοι οι νέοι, αλλά οι συγγενείς και οι φίλοι του ζευγαριού. Ακόμα, το θέμα των ν.τ. δεν είναι… … Dictionary of Greek
νυφιάτικος — η, ο 1. νυφικός 2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα νυφιάτικα α) η ενδυμασία τής νύφης, το νυφικό β) τραγούδια που λέγονται κατά την ημέρα τού γάμου 3. (το ουδ. πληθ. ως επίρρ.) με τρόπο που αρμόζει σε νεόνυμφο. [ΕΤΥΜΟΛ. < νύφη + κατάλ. ιάτικος… … Dictionary of Greek
δημοτικό τραγούδι — Το τραγούδι που συνιστά τη λυρική έκφραση του λαού. Τα δύο κύρια συστατικά του στοιχεία είναι η μουσική και ο λόγος. Σε πολλές περιπτώσεις ο μουσικός αυτός λόγος συνοδεύεται και από χορό. Το δ.τ. πέρασε από διάφορες φάσεις εξέλιξης, τόσο της… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… … Dictionary of Greek
Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Λεμεσού (Κύπρου) — Λειτουργεί από το 1985 στο ισόγειο μιας μεγάλης νεοκλασικής κατοικίας (Αγίου Ανδρέου 253, Λεμεσός) με έντονα διακοσμητικά στοιχεία μπαρόκ, που χτίστηκε το 1922 και δωρήθηκε στο δήμο Λεμεσού από τον τελευταίο ιδιοκτήτη της, Ιωάννη Σχίζα. Το 1989… … Dictionary of Greek